Τα παλαιότερα ευρήματα που έχουμε για τον ελλαδικό χώρο είναι σπόροι που χρονολογούνται μεταξύ 11.000 π.Χ και 7.300 π.Χ και μας δείχνουν... μία χρήση άγριων τότε φυτών όπως κριθάρι, βρώμη, φακή και μπιζέλια ενώ ταυτόχρονα αξιοποιούσαν και είδη άγριων ζώων όπως κατσίκια, βοοειδή, λαγούς κ.α.
Ενδείξεις γεωργικής δραστηριότητας στην Ελλάδα ανάγονται στην περίοδο 6.200-5.300 πΧ όπου πλέον καλλιεργούν συστηματικά κριθάρι, κεχρί, βρώμη, σιτάρι, φακές, μπιζέλια και βελανίδια. Παράλληλα χρησιμοποιούσαν και πολλά άγρια φυτά όπως ελιά, αμύγδαλα, φιστίκια, σταφύλια, κεράσια, δαμάσκηνα και αχλάδια. Αργότερα θα βρούμε ενδείξεις από ευρύματα και για άλλα είδη που καλλιεργούσαν ή έβρισκαν στην άγρια φύση όπως μήλα, σύκα, βατόμουρα, άγρια φράουλα, ρόδια, άνηθο, κάπαρη, ρίγανη κόλιανδρο κ.α.
Τα εξημερωμένα ζώα παίζουν σημαντικό ρόλο στη Νεολιθική περίοδο. Γνωρίζουμε για εξημερωμένα αιγοπρόβατα, γουρούνια και αγελάδες στη Κρήτη από το 6.000 π.Χ, από οστεολογικά ευρύματα. Μάλιστα από τότε μέχρι σήμερα είναι διαδεδομένη η χρήση κατσικιών στη Κρήτη.
Γνωρίζουμε επίσης πως κατά τη διάρκεια της Νεολιθικής περιόδου στην στην Ελλάδα, αλλά και παντού, εκτρέφανε ζώα για το κρέας τους αλλά όχι για τα γαλακτοκομικά υποπροϊόντα του. Ωστόσο προς το τέλος την Νεολιθικής περιόδου γίνετε μία στροφή προς τα υποπροϊόντα αυτά (γάλα και έριο), γνωστή στη διεθνή βιβλιογραφία σαν "επανάσταση των δευτερογενών προϊόντων" (Secondary Products Revolution). H οποία θα φέρει και μεγάλη επανάσταση στην οικονομία παγκοσμίως, αλλά και στην Ελλάδα, καθώς βλέπουμε μεγάλες αλλάγές στη διαμόρφωση των κοπαδιών και στις ηλικίες σφαγής. Το γάλα και το τυρί μπαίνουν στη διατροφή των Ελλήνων. Η δίαιτα κατά την Μυκηναϊκή Ελλάδα πρέπει να ήταν βασισμένη στο κριθάρι και το στάρι, ενώ η κατανάλωση των ζωικών προϊόντων μάλλον ήταν περιορισμένη για τον απλό λαό. Το μέσο ύψος των ανδρών της εποχής ήταν 167 εκ. σύμφωνα με ευρύματα οστών και υποδηλώνει μία δίαιτα φτωχή σε πρωτεϊνες.
Τα κέιμενα που έχουμε για τη περίοδο μαρτυρούν μία λιτή διατροφή αλλά πρόσφατες μελέτες ευρυμάτων και κυρίως του αμφορέα της Μιδέας, μίας περιοχής δυτικά των ανακτόρων των Μυκηνών, μας δίνουν και άλλες πληροφορίες. Η μοριακή Αρχαιολογία μας αποκαλύπτει πως πριν και κατά τη περίοδο του Τρωικού πολέμου στην Ελλάδα και την γενικότερη περιοχή μαγείρευαν το κρέας με λαχανικά ή όσπρια, όπως σήμερα δηλαδή. Η έρευνα στο αγγείο της Μιδέας που χρονολογείται περί το 1.340-1.185 π.Χ αποκαλύπτει ότι το φαγητό που μαγειρεύτηκε σε αυτό ήταν κρέας με ελαιόλαδο σε μία σύνθετη συνταγή.
Κατά τον ίδιο τρόπο μαθαίνουμε πως κατά την Νεολιθική περίοδο έφτιαχναν κρασί με ρετσίνι μιας και είχαν καταλάβει τι άριστο συντηρητικό είναι. Οι Έλληνες θεοποίησαν όλα τα ωραία πράγματα, έτσι κάναν και με το τυρί και τη τυροκομία. Λέγετε πως οι Θεοί έστειλαν στην Ελλάδα το γιο του Απόλλωνα Αρισταίο για να μας διδάξει την τυροκομία.
Στη συνέχεια ο ταλαντούχος Όμηρος μας περιγράφει τη περιπέτεια του Οδυσσέα με τον τσέλιγκα Πολύφημο. Ο Όμηρος αναφέρει σαφώς τα τυριά που ωρίμαζαν στα ράφια του Πολύφημου, εκτός από λίγο που κρατούσε για το ροφημά του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην Ελληνική Μυθολογία έχει η ιστορία που λέει ότι ο Ήφαιστος είχε φτιάξει ένα εργαλείο πυ έφτιαχνε κορδόνια από ζύμη (ζυμαρικά). Η λέξη μακαρόνια μπορεί να προέρχεται από τη λέξη "μακαρία". Έιναι γνωστό πως οι Έλληνες ετοίμαζαν αποξηραμένα σκευάσματα από αλεύρι που άφηναν μαζί με λάδι και κρασί στο τάφο των νεκρών (των μακάρων).
Η πρώτη αναφορά στην ύπαρξη των ζυμαρικών χρονολογείται γύρω στο 1000 π.χ., στην αρχαία Ελλάδα, όπου η λέξη "λάγανον" περιέγραφε μία φαρδιά πλακωτή ζύμη από νερό και αλεύρι, την οποία έκοβαν σε λωρίδες. Η ζύμη αυτή μεταφέρθηκε και στην Ιταλία από τους πρώτους Ελληνες έποικους γύρω στον 8ο αιώνα π.χ., και μετονομάστηκε σε "laganum" στα λατινικά, τα σημερινά Λαζάνια.
Το γεγονός πιστοποιείται από Λατίνους συγγραφείς όπως ο Κικέρων, ο Οράτιος και από τον περίφημο καλοφαγά Απίκιο, ο οποίος στην πρώτη ίσως συπληρωμένη μαγειρική στην ιστορία περιγράφει αυτοκρατορικά γεύματα με "laganum".
Κατά την εποχή του Ομήρου μαθαίνουμε πως τα γεύματα ήταν τρία (3). Το "άριστον", το "δείπνον" και το "δόρπον", πρωινό, μεσημερινό και βραδυνό αντίστοιχα. Το τί θα έτρωγαν εξαρτάτε από τη κοινωνική τάξη οπου ανήκαν. Το ψωμί και το κρασί έπαιζαν κυρίαρχο ρόλο στη διατροφή όλων, όπως και τα ψάρια.
Για τους πλουσίους τα γεύματα ήταν αρχοντικά. Στα γλέντια τρώγαν κυρίως κρέας μαγειρεμένο στη σχάρα, σε σούβλες ή σε λέβητες (κατσαρόλες με απλά λόγια).
Ο απλός λαός περιοριζόταν σε προϊόντα από σιτάρι και κριθάρι όπως χυλοί, κουρκούτια, ψωμί και άλλα. Σίγουρα σε όλες τις τάξεις χρησιμοποιούσαν στα γεύματα λαχανικά, τυριά και φρούτα της εποχής αλλά και ανάλογα με τη περιοχή.
Ενδείξεις γεωργικής δραστηριότητας στην Ελλάδα ανάγονται στην περίοδο 6.200-5.300 πΧ όπου πλέον καλλιεργούν συστηματικά κριθάρι, κεχρί, βρώμη, σιτάρι, φακές, μπιζέλια και βελανίδια. Παράλληλα χρησιμοποιούσαν και πολλά άγρια φυτά όπως ελιά, αμύγδαλα, φιστίκια, σταφύλια, κεράσια, δαμάσκηνα και αχλάδια. Αργότερα θα βρούμε ενδείξεις από ευρύματα και για άλλα είδη που καλλιεργούσαν ή έβρισκαν στην άγρια φύση όπως μήλα, σύκα, βατόμουρα, άγρια φράουλα, ρόδια, άνηθο, κάπαρη, ρίγανη κόλιανδρο κ.α.
Τα εξημερωμένα ζώα παίζουν σημαντικό ρόλο στη Νεολιθική περίοδο. Γνωρίζουμε για εξημερωμένα αιγοπρόβατα, γουρούνια και αγελάδες στη Κρήτη από το 6.000 π.Χ, από οστεολογικά ευρύματα. Μάλιστα από τότε μέχρι σήμερα είναι διαδεδομένη η χρήση κατσικιών στη Κρήτη.
Γνωρίζουμε επίσης πως κατά τη διάρκεια της Νεολιθικής περιόδου στην στην Ελλάδα, αλλά και παντού, εκτρέφανε ζώα για το κρέας τους αλλά όχι για τα γαλακτοκομικά υποπροϊόντα του. Ωστόσο προς το τέλος την Νεολιθικής περιόδου γίνετε μία στροφή προς τα υποπροϊόντα αυτά (γάλα και έριο), γνωστή στη διεθνή βιβλιογραφία σαν "επανάσταση των δευτερογενών προϊόντων" (Secondary Products Revolution). H οποία θα φέρει και μεγάλη επανάσταση στην οικονομία παγκοσμίως, αλλά και στην Ελλάδα, καθώς βλέπουμε μεγάλες αλλάγές στη διαμόρφωση των κοπαδιών και στις ηλικίες σφαγής. Το γάλα και το τυρί μπαίνουν στη διατροφή των Ελλήνων. Η δίαιτα κατά την Μυκηναϊκή Ελλάδα πρέπει να ήταν βασισμένη στο κριθάρι και το στάρι, ενώ η κατανάλωση των ζωικών προϊόντων μάλλον ήταν περιορισμένη για τον απλό λαό. Το μέσο ύψος των ανδρών της εποχής ήταν 167 εκ. σύμφωνα με ευρύματα οστών και υποδηλώνει μία δίαιτα φτωχή σε πρωτεϊνες.
Τα κέιμενα που έχουμε για τη περίοδο μαρτυρούν μία λιτή διατροφή αλλά πρόσφατες μελέτες ευρυμάτων και κυρίως του αμφορέα της Μιδέας, μίας περιοχής δυτικά των ανακτόρων των Μυκηνών, μας δίνουν και άλλες πληροφορίες. Η μοριακή Αρχαιολογία μας αποκαλύπτει πως πριν και κατά τη περίοδο του Τρωικού πολέμου στην Ελλάδα και την γενικότερη περιοχή μαγείρευαν το κρέας με λαχανικά ή όσπρια, όπως σήμερα δηλαδή. Η έρευνα στο αγγείο της Μιδέας που χρονολογείται περί το 1.340-1.185 π.Χ αποκαλύπτει ότι το φαγητό που μαγειρεύτηκε σε αυτό ήταν κρέας με ελαιόλαδο σε μία σύνθετη συνταγή.
Κατά τον ίδιο τρόπο μαθαίνουμε πως κατά την Νεολιθική περίοδο έφτιαχναν κρασί με ρετσίνι μιας και είχαν καταλάβει τι άριστο συντηρητικό είναι. Οι Έλληνες θεοποίησαν όλα τα ωραία πράγματα, έτσι κάναν και με το τυρί και τη τυροκομία. Λέγετε πως οι Θεοί έστειλαν στην Ελλάδα το γιο του Απόλλωνα Αρισταίο για να μας διδάξει την τυροκομία.
Στη συνέχεια ο ταλαντούχος Όμηρος μας περιγράφει τη περιπέτεια του Οδυσσέα με τον τσέλιγκα Πολύφημο. Ο Όμηρος αναφέρει σαφώς τα τυριά που ωρίμαζαν στα ράφια του Πολύφημου, εκτός από λίγο που κρατούσε για το ροφημά του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην Ελληνική Μυθολογία έχει η ιστορία που λέει ότι ο Ήφαιστος είχε φτιάξει ένα εργαλείο πυ έφτιαχνε κορδόνια από ζύμη (ζυμαρικά). Η λέξη μακαρόνια μπορεί να προέρχεται από τη λέξη "μακαρία". Έιναι γνωστό πως οι Έλληνες ετοίμαζαν αποξηραμένα σκευάσματα από αλεύρι που άφηναν μαζί με λάδι και κρασί στο τάφο των νεκρών (των μακάρων).
Η πρώτη αναφορά στην ύπαρξη των ζυμαρικών χρονολογείται γύρω στο 1000 π.χ., στην αρχαία Ελλάδα, όπου η λέξη "λάγανον" περιέγραφε μία φαρδιά πλακωτή ζύμη από νερό και αλεύρι, την οποία έκοβαν σε λωρίδες. Η ζύμη αυτή μεταφέρθηκε και στην Ιταλία από τους πρώτους Ελληνες έποικους γύρω στον 8ο αιώνα π.χ., και μετονομάστηκε σε "laganum" στα λατινικά, τα σημερινά Λαζάνια.
Το γεγονός πιστοποιείται από Λατίνους συγγραφείς όπως ο Κικέρων, ο Οράτιος και από τον περίφημο καλοφαγά Απίκιο, ο οποίος στην πρώτη ίσως συπληρωμένη μαγειρική στην ιστορία περιγράφει αυτοκρατορικά γεύματα με "laganum".
Κατά την εποχή του Ομήρου μαθαίνουμε πως τα γεύματα ήταν τρία (3). Το "άριστον", το "δείπνον" και το "δόρπον", πρωινό, μεσημερινό και βραδυνό αντίστοιχα. Το τί θα έτρωγαν εξαρτάτε από τη κοινωνική τάξη οπου ανήκαν. Το ψωμί και το κρασί έπαιζαν κυρίαρχο ρόλο στη διατροφή όλων, όπως και τα ψάρια.
Για τους πλουσίους τα γεύματα ήταν αρχοντικά. Στα γλέντια τρώγαν κυρίως κρέας μαγειρεμένο στη σχάρα, σε σούβλες ή σε λέβητες (κατσαρόλες με απλά λόγια).
Ο απλός λαός περιοριζόταν σε προϊόντα από σιτάρι και κριθάρι όπως χυλοί, κουρκούτια, ψωμί και άλλα. Σίγουρα σε όλες τις τάξεις χρησιμοποιούσαν στα γεύματα λαχανικά, τυριά και φρούτα της εποχής αλλά και ανάλογα με τη περιοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου