Καταρχάς, καλό είναι να ορίσουμε για άλλη μια φορά το πρωτογενές πλεόνασμα, καθώς αυτή η ορολογία θα συνοδεύσει, για τα επόμενα χρόνια της ζωής τους, αυτούς που θα επιλέξουν να παραμείνουν στην Ελλάδα και να υποστούν την άνευ προηγουμένου, και κατά συρροή, υποτίμηση της νοημοσύνης τους από το υπάρχον πολιτικό προσωπικό της χώρας. Πρωτογενές αποτέλεσμα, γενικά – πλεόνασμα στην προκειμένη περίπτωση - με πολύ απλά λόγια, είναι το αποτέλεσμα που προκύπτει όταν από τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης, του κράτους βρε αδελφέ, αφαιρεθούν οι δαπάνες, εξαιρουμένων των τόκων εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους, αν υπάρχει (υπάρχει, υπάρχει), και των χρεολυσίων, τα οποία είθισται να αναχρηματοδοτούνται από νέο δάνειο. Καλά ως εδώ; Καλά!
Ας έρθουμε λοιπόν στο ερώτημα, γιατί μια χώρα είναι σημαντικό να κλείνει το οικονομικό έτος με πρωτογενές πλεόνασμα. Όταν ένα κράτος παράγει περισσότερα από αυτά που καταναλώνει, για την ακρίβεια παράγει τόσα περισσότερα, όσα απαιτούνται για να καλύψει μόλις και μετά βίας τους τόκους του δημοσίου χρέους του, θεωρείται, από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αξιόχρεο και βρίσκεται στην προνομιούχο θέση να μπορεί να αναχρηματοδοτεί τα χρέη του με χαμηλό επιτόκιο, διατηρούμενο έτσι κοντά στο όριο που χωρίζει την οικονομική ευημερία από την οικονομική καταστροφή. Είναι δηλαδή ο ιδανικός πελάτης του συστήματος. Τι συνέβη στην Ελλάδα και βαδίζει ολοταχώς προς τον όλεθρο; Ειρήσθω εν παρόδω, το υπάρχον οικονομικό σύστημα οδηγεί περιοδικά σε πτωχεύσεις καθώς, κατά πρώτον, το κυκλοφορόν χρήμα που παράγεται από τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς είναι πάντοτε λιγότερο από αυτό που πρέπει να επιστραφεί, λόγω των επιτοκίων, και κατά δεύτερον, αυτό κατανέμεται ανομοιόμορφα στην αγορά εξ αιτίας του σκληρού ανταγωνισμού (με απλά λόγια, δημιουργούνται λίγοι θύλακες με υπερσυσσωρεύσεις πλούτου και πολλοί με «αρνητικό» πλούτο). Στην πραγματικότητα κανείς δε μπορεί να αποφύγει την πτώχευση σε βάθος χρόνου γιατί αυτό ουσιαστικά προβλέπεται από τους νόμους που διέπουν τον καπιταλισμό. Θα κάνω εκτενέστερη ανάλυση παρακάτω. Ας επιστρέψουμε όμως στο ερώτημα: «τι έφταιξε και βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε;». Αφού λοιπόν έχουμε διαγνώσει την αρχική αιτία του προβλήματος, που είναι το ίδιο το σύστημα, αλλά το δεχόμαστε ως το καλύτερο δυνατό, ας περάσουμε στην αμέσως επόμενη αιτιοκρατική σχέση μεταξύ λειτουργίας του συστήματος και χρεοκοπίας. Δηλαδή, τι δεν έκανε καλά κάποιος που βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να χρεοκοπήσει; Οι όροι κλειδιά σε αυτή τη σχέση, εκτός του πρωτογενούς πλεονάσματος, είναι οι λέξεις «ανάπτυξη» και «ανταγωνισμός». Ανάπτυξη σημαίνει αύξηση του εθνικού εισοδήματος, του λεγόμενου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, κάθε χρόνο. Το εθνικό εισόδημα, χοντρικά, συνίσταται από το συνολικό γύρο εργασιών μιας χώρας. Αυτό λοιπόν δε διαμορφώνεται μόνο από τα αγαθά που παράγει πραγματικά μια χώρα, αλλά και από τις δημόσιες δαπάνες (συντάξεις, μισθοί, λειτουργικά έξοδα, προνοιακά επιδόματα κ.τ.λ.). Στην Ελλάδα, εισέρρευσαν, αθρόα, κεφάλαια μέσω κοινοτικών επιδοτήσεων και φθηνού δανεισμού. Αυτό άλλαξε δραματικά την αναλογία των συστατικών του μίγματος (έλα, δε θέλω δεξιούς συνειρμούς. Τα κόμματα έχουν καταφέρει, εκτός όλων των άλλων δεινών, να απαξιώσουν και τις λέξεις) που αποτελούσαν το ΑΕΠ και έτσι καταλήξαμε, αυτό, να διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από την ιδιωτική κατανάλωση και την παροχή υπηρεσιών (70%). Τι σημαίνει αυτό; Δεν καταλαβαίνω! Θα σου δώσω ένα παράδειγμα και θα το καταλάβεις αμέσως. Είχες εσύ 20 στρέμματα και καλλιεργούσες πατάτες. Τη μισή παραγωγή την εξήγαγες και την άλλη μισή τη διοχέτευες στην εγχώρια αγορά. Η δουλειά ήταν δύσκολη, αλλά κουτσά στραβά ζούσες αξιοπρεπώς. Έρχεται η Ε.Ε. και σου λέει, πάρε τόσα για να εκσυγχρονίσεις την εκμετάλλευση σου. Σε αμέσως επόμενο στάδιο έρχεται ο περιβόητος μεσάζων και σου λέει, ξέρεις, την πατάτα δε θα στην πάρω με Χ το κιλό γιατί τη βρίσκω με Χ - α από την Αίγυπτο. Θα στην πάρω λοιπόν με Χ - α. Εσύ, υποκύπτοντας στον εκβιασμό (ελεύθερη αγορά γαρ), λες εντάξει, θα αναπληρώσω το απολεσθέν εισόδημα από την επιδότηση και δε θα εκσυγχρονίσω την εκμετάλλευση. Το απολεσθέν εισόδημα χρόνο με το χρόνο άρχισε να μεγαλώνει και ούτε η επιδότηση έφτανε πλέον για να το καλύψει. Τα παιδιά, καθώς στο ενδιάμεσο είχες τη φαεινή ιδέα να δημιουργήσεις τη δική σου οικογένεια, σε βλέπουν να ταλαιπωρείσαι χωρίς αποτέλεσμα. Εν τω μεταξύ, οι εγκληματικοί οργανισμοί, ΠΑΣΟΚ και ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, άρχισαν ένα όργιο διορισμών στο δημόσιο, το οποίο είχε αποκτήσει πρόσβαση στο φθηνό χρήμα που παρείχε το χρηματοπιστωτικό σύστημα στις χώρες της ευρωζώνης. Αν κατάφερνε κάποιος να τρουπώσει, όχι μόνο απολάμβανε το προνόμιο της μονιμότητας, αλλά και οικονομικά οφέλη δυσανάλογα υψηλά σε σχέση με το προϊόν που παρήγαγε. Φυσικά, όλο αυτό το ξεσάλωμα, υποδαυλίστηκε από τα κόμματα της ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ. Λες λοιπόν στα παιδιά σου, κοιτάτε να τελειώσετε μια σχολή και θα πιέσω τον τάδε βουλευτή να σας χώσει κάπου (Αργότερα οι διορισμοί πραγματοποιούντο νόμιμα και ηθικά με τον ΑΣΕΠ). Μην ταλαιπωρείστε κι εσείς σαν εμένα. Εκεί λοιπόν που μια οικογένεια παρήγαγε πατάτες, μετά από μια μόλις γενιά, άρχισε να παράγει δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι όχι μόνο δεν δημιουργούσαν πρωτογενές, εξαγώγιμο προϊόν, αλλά επιβάρυναν ταυτοχρόνως το κράτος που αναγκαζόταν να δανείζεται για να καλύψει τις αυξημένες δαπάνες. Φαντάσου λοιπόν ότι αυτό συνέβη σε ευρεία κλίμακα για ένα μεγάλο κομμάτι ανθρώπινου δυναμικού που μεταπήδησε σε χρόνο μιας μόλις γενιάς, από την πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή, την πραγματική παραγωγή δηλαδή, στο δημόσιο τομέα. Το δεύτερο κομμάτι του έργου που διεξήχθη σχεδόν παράλληλα με το πρώτο ήταν η γέννηση μιας ιδιωτικής αγοράς που δεν παρήγαγε, αλλά παρείχε υπηρεσίες και βασιζόταν στην κατανάλωση. Ο δημόσιος υπάλληλος έχοντας εξασφαλίσει εισόδημα για το υπόλοιπο της ζωής του, χωρίς να παράγει τίποτα, άρχισε να συνάπτει στεγαστικά δάνεια με ευνοϊκούς όρους δίνοντας δουλειά στα 220 επαγγέλματα που ζουν από την οικοδομή. Η αγορά ακινήτου άρχισε να αποκτά υπεραξία και τροφοδότησε την υπόλοιπη αγορά με νέο, δανεικό χρήμα. Αυτό συνέβη επίσης σε ευρεία κλίμακα. Το αρχικό δανεικό κεφάλαιο λοιπόν, διοχετεύτηκε στην αγορά, όχι προς όφελος της εξωστρεφούς επιχειρηματικότητας, αλλά προς όφελος της ιδιωτικής κατανάλωσης και της παροχής υπηρεσιών. Σε αυτό το σύστημα, από νωρίς, παρεισέφρησαν και οι «εθνικοί προμηθευτές» οι οποίοι πούλησαν την πραμάτεια τους στο κράτος, μέσω αδιαφανών διαδικασιών, έναντι εξωφρενικά υψηλής αμοιβής (συμπεριλαμβάνεται και η ολυμπιάδα). Αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας ήταν να δημιουργηθεί και δεύτερο κύμα αγοράς που βασιζόταν στην παροχή υπηρεσιών και την κατανάλωση. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν το μεγαλύτερο κομμάτι του ΑΕΠ να διαμορφώνεται, εμμέσως ή αμέσως, από τις δημόσιες δαπάνες, και το υπόλοιπο από τον τουρισμό και τις λίγες εξαγωγές. Η περιβόητη ανάπτυξη, η προϋπόθεση δηλαδή, για την αναχρηματοδότηση των παλαιών χρεών από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, επιτυγχανόταν μέσω δανεισμού και επιδοτήσεων. Αυτός ο εύθραυστος μηχανισμός (Δάνεια-αύξηση δημοσίων δαπανών-αύξηση συμμετοχής ιδιωτικής κατανάλωσης και παροχής υπηρεσιών στο ΑΕΠ σε βάρος της πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής-αύξηση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών-τεχνητή αύξηση του ΑΕΠ και του βιοτικού επιπέδου, ασύμβατου με την πραγματική παραγωγή-νέα δάνεια για τη διατήρηση του μηχανισμού-φαύλος κύκλος) κατάφερε να λειτουργήσει για περίπου 10 χρόνια. Φτάσαμε λοιπόν στο σημείο να δημιουργήσουμε ένα επίπλαστο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν που οδήγησε σε ένα επίπλαστο βιοτικό επίπεδο.
Ο δεύτερος όρος κλειδί, όπως αναφέραμε, είναι η λέξη «ανταγωνισμός». Επειδή τα χρήματα που κυκλοφορούν στην αγορά είναι πάντοτε λιγότερα από αυτά που πρέπει να επιστραφούν στο σύστημα ώστε να κλείσει ο κύκλος της νομισματικής ροής, οι «παίκτες» που συμμετέχουν στο «παιχνίδι» είναι υποχρεωμένοι να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο ώστε να καταφέρουν, μέσω πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (εισαγωγή συναλλάγματος μεγαλύτερη από την εξαγωγή), να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο σύστημα και έτσι να αποφύγουν τη χρεοκοπία. Αυτό όμως, έχει ως αποτέλεσμα, σε κάποιους να περισσεύουν χρήματα και σε κάποιους άλλους να λείπουν. Δεν υπάρχει τρόπος να είναι όλοι πλεονασματικοί, αλλά ούτε και ισοσκελισμένοι. Πάντα κάποιοι θα λειτουργούν σε βάρος των υπολοίπων γιατί έτσι είναι φτιαγμένο το «παιχνίδι». Αυτοί λοιπόν που παραμένουν ελλειμματικοί στο ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών τους, εξαναγκάζονται σε διαρκώς αυξανόμενο δανεισμό, καταρχάς για να διατηρήσουν ή να αυξήσουν το κατακτηθέν ΑΕΠ και βιοτικό επίπεδο και κατά δεύτερον για να καταφέρουν να εξυπηρετήσουν τους τόκους του χρέους εξασφαλίζοντας ταυτοχρόνως την αναχρηματοδότηση των χρεολυσίων. Αυτός ο υπερδανεισμός, αφενός οδηγεί, όπως προείπαμε, σε τεχνητή αύξηση του ΑΕΠ, και αφετέρου, σε ραγδαία αύξηση της οφειλής απέναντι στο σύστημα το οποίο από ένα σημείο και μετά παύει να δανείζει στους «αδύναμους» και ζητά πίσω τα δανεισθέντα. Η χρεοκοπία σε αυτή την περίπτωση είναι πάρα πολύ πιθανή, καθώς αν το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι πολύ μεγάλο, η δυνατότητα ενός ελλειμματικού «παίκτη» να ανακάμψει σε βάρος των πλεονασματικών είναι σχεδόν μηδενική, από τη στιγμή που αυτοί αρνηθούν (και φυσικά θα αρνηθούν αφού πρόκειται για ένα παιχνίδι που η επιβίωση του ενός βασίζεται στο θάνατο του άλλου), να παραχωρήσουν μέρος του πλεονάσματος τους σε αυτόν. Δυστυχώς, το «παιχνίδι» είναι δομημένο έτσι ώστε να υποθάλπει ή καλύτερα, να προάγει την ανηθικότητα και την αθέμιτη συμπεριφορά μεταξύ των «παικτών», και δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα τέτοιας συμπεριφοράς από αυτό της Γερμανίας η οποία χειραγώγησε με διάφορους τρόπους, την ικανότητα μας να παράγουμε, αλλά ταυτοχρόνως μεθόδευσε με ύπουλο τρόπο την εξάρτηση μας από τις εισαγωγές, υπονομεύοντας έτσι το δικαίωμα μας να αγωνισθούμε, επί ίσοις όροις. Βέβαια, το σύστημα είναι αμείλικτο και δεν έχει αγαπημένα παιδιά. Η Γερμανία και η κάθε Γερμανία, σε βάθος χρόνου, είναι καταδικασμένη να πτωχεύσει και αυτή ή να απωλέσει μεγάλο μέρος του κατακτηθέντος βιοτικού της επιπέδου, καθώς οι προσφάτως πτωχευμένοι «παίκτες», εκκινούν τη νέα τους προσπάθεια με πολύ ελαφρύτερο χρέος και χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο (χαμηλότερο κόστος για υψηλότερη παραγωγή) από αυτό των πλεονασματικών, κι επομένως με πλεονέκτημα στην ικανότητα τους να τους ανταγωνισθούν. Το ίδιο πλεονέκτημα κατέχουν και όλες οι χώρες που διατηρούν, επιτηδευμένα, χαμηλό βιοτικό επίπεδο (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία).
Κάπως έτσι λοιπόν οδηγηθήκαμε στην κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα. Φυσικά οι παράμετροι είναι πολλές περισσότερες, αλλά σε λίγες αράδες προσπαθώ να προσεγγίσω με χονδροειδή τρόπο αυτό που, κατά το μάλλον ή ήττον, συνέβη τα τελευταία χρόνια.
Ας περάσουμε λοιπόν τώρα στη συνταγή σωτηρίας. Πού βρίσκεται ο μύθος ο οποίος αφορά στον όρο «πρωτογενές πλεόνασμα»; Όπως μπορείς να διαπιστώσεις από τους παραπάνω συνειρμούς, η λύση στο πρόβλημα της Ελλάδας, με την προϋπόθεση ότι επιθυμούμε να διατηρήσουμε το βιοτικό μας επίπεδο, δε μπορεί να είναι η αυστηρή λιτότητα. Είναι σα προσπαθούμε να αγγίξουμε την ταχύτητα του φωτός χωρίς να απειρίσουμε τη μάζα μας. Περιστέλλοντας δημόσιες δαπάνες, αφαιρούμε ρευστότητα από την αγορά και τελικά συρρικνώνουμε το ΑΕΠ. Είναι αδύνατο να επιτύχουμε, αλλά κυρίως, να διατηρήσουμε σε βάθος χρόνου, πρωτογενές πλεόνασμα, διατηρώντας παράλληλα το ΑΕΠ στο ίδιο επίπεδο. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να «κατρακυλήσουμε» σε ένα επίπεδο ΑΕΠ, τέτοιο, που να διαμορφώνεται τουλάχιστον κατά το ήμισυ από πρωτογενή παραγωγή και εισαγόμενο συνάλλαγμα. Αυτό φυσικά θα σημάνει την κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου σε βαθμό που θα προσεγγίζει αυτό των Βαλκανικών χωρών και ταυτοχρόνως την εκτίναξη του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αν δεν αυξηθεί παράλληλα, σε απόλυτο αριθμό, αλλά και ως ποσοστό του εθνικού εισοδήματος, η συμμετοχή του εισαγόμενου συναλλάγματος σε αυτό (το ΑΕΠ), το πρωτογενές πλεόνασμα που θα επιτυγχάνουμε τα πρώτα χρόνια (με την προϋπόθεση ότι δε θα έχουμε καταρρεύσει στο ενδιάμεσο), δε θα συνδέεται πραγματικά με την παραγωγή μας, αλλά με τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων και την απομύζηση των αποταμιεύσεων. Με λίγα λόγια, θα τρώμε από τις σάρκες μας ώστε να παρουσιάζουμε ένα εύθραυστο πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο θα χρησιμοποιείται στο σύνολο του για την εξυπηρέτηση των τόκων του δημοσίου χρέους. Κάποια στιγμή όμως, αρκετά σύντομα, θα εξαντληθεί αυτή η δυνατότητα και τότε, θα αρχίσει νέα κατάρρευση του ΑΕΠ, σε τέτοιο βαθμό που η συμμετοχή της ιδιωτικής κατανάλωσης και της παροχής υπηρεσιών θα μειωθεί πέραν του 50%. Σε αυτό το στάδιο θα έχουμε επιστρέψει στο βιοτικό επίπεδο των πρώτων μεταπολεμικών ετών, οπότε και θα δουλεύουμε μόνο για την επιβίωση μας, στην απολύτως κυριολεκτική της έννοια, καθώς η πλεονάζουσα παραγωγή θα οδηγείται στην εξυπηρέτηση των τόκων του δημοσίου χρέους και με την προϋπόθεση ότι αυτή, μεταφρασμένη σε νομισματική αξία, θα μπορεί να καλύπτει αυτή τη δαπάνη. Μπερδεύτηκες; Λοιπόν, τα σενάρια δεν είναι πάρα πολλά και στα παραθέτω εν συντομία.
Σενάριο 1: Αυστηρή λιτότητα, χωρίς σημαντική αύξηση του εισαγόμενου συναλλάγματος.
Το σενάριο 1 είναι η πολιτική που ακολουθείται από την Τρόικα τώρα και αποβλέπει σε πρώτη φάση στον ισοσκελισμό δαπανών-εσόδων και σε δεύτερη στην ανάπτυξη. Το αποτέλεσμα που μπορεί να αναμένει κανείς από αυτό το σενάριο είναι δραματική μείωση του ΑΕΠ σε επίπεδο που ένα εύθραυστο πρωτογενές πλεόνασμα θα μπορέσει (αμφίβολο) να επιτευχθεί για μικρό χρονικό διάστημα και θα βασίζεται κυρίως στην εκποίηση περιουσιακών στοιχείων και τη μείωση των αποταμιεύσεων. Το σενάριο 1 οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ανεξέλεγκτη χρεοκοπία καθώς λόγω της κατάρρευσης του ΑΕΠ, το χρέος ως ποσοστό του, καθίσταται μη βιώσιμο (εξαρχής ήταν μη βιώσιμο), ενώ σε μικρό βάθος χρόνου τίθεται και σε αμφιβολία η δυνατότητα εξακολουθητικής παραγωγής πρωτογενούς πλεονάσματος σε τέτοιο βαθμό που αυτό θα συνεχίσει να καλύπτει την ετήσια δαπάνη που αφορά στους τόκους. Φυσικά, πριν μπορέσουν να συμβούν όλα αυτά, θα έχει προηγηθεί καθολική αποδόμηση του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος με χαοτικές συνέπειες.
Σ.σ. Η Αργεντινή πτώχευσε, ούσα, πρωτογενώς, πλεονασματική.
Σενάριο 2: Ήπια λιτότητα με σημαντική αύξηση του εισαγόμενου συναλλάγματος.
Το σενάριο 2 προϋποθέτει, είτε την ανακεφαλαιοποίηση των Ελληνικών τραπεζών, ώστε αυτές να διοχετεύσουν ρευστότητα σε επιχειρηματίες που επιθυμούν να επενδύσουν σε εξωστρεφείς δραστηριότητες, σε ικανό βαθμό που θα αντισταθμίσει τη συρρίκνωση του ΑΕΠ λόγω περιστολής δαπανών, είτε την επανεπένδυση των συσσωρευμένων κερδών που λιμνάζουν, από όλα τα προηγούμενα έτη. Το σενάριο αυτό είναι, θεωρητικά, το ιδανικό, καθώς εξομαλύνει τη στρέβλωση που υπάρχει στη σύνθεση του ΑΕΠ, δηλαδή την υψηλή συμμετοχή, σε αυτό, της ιδιωτικής κατανάλωσης και της παροχής υπηρεσιών, με τρόπο που δε σοκάρει την οικονομία οδηγώντας την σε αιφνίδιο θάνατο. Δυστυχώς, αυτό το σενάριο συγκεντρώνει μηδαμινές πιθανότητες υλοποίησης, αφού η ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών προϋποθέτει απώλεια της παντοδυναμίας τους, καθώς ο έλεγχος τους θα περιέλθει σε μεγάλο βαθμό στο κράτος, το οποίο ελέγχεται κατά κύριο λόγο από το τραπεζικό σύστημα. Η επανεπένδυση δε, των λιμναζόντων κερδών, είναι επίσης μια απίθανη εκδοχή, καθώς το «κεφάλαιο» προτιμά να επανεπενδύει τα συσσωρευμένα κέρδη σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα και όχι σε παραγωγικές διαδικασίες.
Σενάριο 3: Συντεταγμένη χρεοκοπία εντός του ευρώ με παραγραφή χρέους τουλάχιστον στο 70% του συνόλου.
Το πιθανότερο σενάριο από όλα. Ουσιαστικά είναι το σενάριο 1, το οποίο όμως υλοποιείται με απώτερο στόχο την ελεγχόμενη πτώχευση και όχι την πραγματική έξοδο από την κρίση με διάσωση του βιοτικού επιπέδου. Η πτώση του ΑΕΠ θα είναι τέτοια που η συμμετοχή της ιδιωτικής κατανάλωσης και της παροχής υπηρεσιών σε αυτό δε θα ξεπερνά το 50%. Αυτό θα επιτευχθεί αποκλειστικά μέσω της μείωσης των δαπανών και της σκληρής φορολογίας και όχι μέσω της εξωστρεφούς επενδυτικής δραστηριότητας. Το κοινωνικό κράτος θα περιοριστεί αισθητά, θα υπάρξει ραγδαίος αποπληθωρισμός των ημερομισθίων και απαξίωση όλων των περιουσιακών στοιχείων. Και σε αυτό το σενάριο η κατάρρευση του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος θα πρέπει να θεωρείται κάτι περισσότερο από βέβαιη.
Σενάριο 4: Μονομερής παύση εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους.
Εντάξει, να είμαστε ειλικρινείς. Αυτό το σενάριο απαιτεί πολύ μεγάλα @ρχίδι@, κυρίως από τους ίδιους τους πολίτες, αφού οδηγεί στην έξοδο από το ευρώ και στην ανεξέλεγκτη κατάρρευση της οικονομίας. Με λίγα λόγια, θα πεινάσουμε. Τουλάχιστον για μια επταετία. Όσοι πιστεύουν ότι τώρα πεινάνε, απλώς δεν έχουν αντικειμενική άποψη για την πείνα. Βέβαια, σε αυτή την περίπτωση έχουμε πιθανότητες να απαλλαγούμε οριστικά από το βόρβορο πολιτικό προσωπικό που μας εξουσιάζει όλα αυτά τα χρόνια και να αναδείξουμε ηθικά στοιχεία με όραμα και διάθεση ανιδιοτελούς προσφοράς. Αν τη βγάζεις με ένα κομμάτι ψωμί και πολύ διάβασμα, είμαι μαζί σου. Παύση πληρωμών τώρα! Αν όμως έχεις σκοπό να μου κλαίγεσαι και να γκρινιάζεις ότι δεν αντέχεις, σε προειδοποιώ, θα φας πολύ ξύλο!
Να σημειώσω ότι σε κάθε περίπτωση η διάλυση της ευρωζώνης και ίσως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βραχυμεσοπρόθεσμα, θα πρέπει να θεωρείται, αν όχι αναπόφευκτη, τουλάχιστον, εξαιρετικά πιθανή, καθώς όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες, τουλάχιστον μέχρι τώρα, έχουν επιδείξει αξιοσημείωτη συνέπεια στο να αποστρέφουν το βλέμμα τους από το πραγματικό πρόβλημα, το οποίο βρίσκεται στα σπλάχνα του καπιταλισμού και δεν είναι άλλο από το χρεοκοπημένο τραπεζικό σύστημα. Η κατάρρευση της ευρωζώνης θα ακολουθηθεί από κολοσσιαίους μετασεισμούς που θα δονήσουν όλες τις υπερχρεωμένες οικονομίες, με πρώτη υποψήφια αυτή των Η.Π.Α. Ένα δεύτερο μεγάλο κραχ, σαν αυτό του 1929, δε θα πρέπει να θεωρείται καθόλου απίθανο. Ίσως η Κίνα ηγηθεί της παγκόσμιας οικονομίας πολύ συντομότερα απ’ ότι περιμένουμε.
Αυτά είναι χοντρικά τα πιθανά σενάρια. Φυσικά όλα έχουν τις παραλλαγές τους. Εκείνο που πρέπει να κρατήσεις είναι ότι τη ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου, δε θα την αποφύγουμε. Αν σε παρηγορεί, ολόκληρος ο δυτικός κόσμος θα βιώσει κάτι αντίστοιχο γιατί κανείς δε τον πληροφόρησε ότι η αποκοπή από την πραγματική παραγωγή οδηγεί σε αυτές τις συνέπειες. Τι να κάνουμε ρε παιδιά, αυτός είναι ο καπιταλισμός και η ελεύθερη παγκοσμιοποιημένη αγορά. Είναι μια κυκλική αλληλουχία πτωχεύσεων. Απλώς, στο ενδιάμεσο, υπάρχει μπουνάτσα. Σε καμιά εικοσαριά χρόνια θα γυρίσει και πάλι ο τροχός. Αν πραγματικά παθαίνεις κατάθλιψη με αυτό, ε, τι να σου πω, γίνε πλούσιος και πάθε κατάθλιψη από την κενοδοξία που θα σε δέρνει. Δε θα τα βάψουμε και μαύρα. Εντάξει, θα απολέσουμε πολλά, αλλά αν είμαστε αλληλέγγυοι, θα καταφέρουμε να επαναπροσδιορίσουμε τις σχέσεις μεταξύ μας και να αναθεωρήσουμε, προς το καλύτερο ή προς το ουσιαστικότερο, τη φιλοσοφία ζωής μας. Το χρήμα, δεν είναι το παν ή τουλάχιστον, δεν αξίζει να καταρρέει κανείς ψυχολογικά γι αυτό. Μα, δε θα έχω λεφτά για να ταΐσω το παιδί μου, θα μου πεις. Δε θα έχω λεφτά για τις βενζίνες και τα τσιγάρα μου. Δε θα μπορώ να βγω για έναν καφέ. Αυτό που μπορώ με βεβαιότητα να πω είναι ότι, αφού επιβίωσαν οι Παππούδες μας, υπό πολύ δυσμενέστερες συνθήκες, θα επιβιώσουμε κι εμείς. Το μόνο μειονέκτημα είναι ότι η πλειονότητα δεν έχει πρότερη εμπειρία. Τουλάχιστον εμφανώς. Γονιδιακά, όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί είναι κατασκευασμένοι με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να επιβιώνουν κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Θα επιβιώσουμε και θα ευημερήσουμε ξανά. Είναι ζήτημα χρόνου.
ΝικΝικ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου